Ζει στην πόλη του Μεξικού. Στη γειτονιά της Φρίντα Κάλο. Είναι ένας χαρούμενος άνθρωπος, γεμάτος ζωή και όνειρα. Δε φοβάται να τσαλακωθεί και έχει έναν μαγικό τρόπο να αφηγείται παραμύθια. Η Γλύκα Στόιου είναι μια ελληνίδα σκηνοθέτρια και συγγραφέας. Σπούδασε Παραστατικές Τέχνες. Πολιτιστική Διαχείριση, Δημοσιογραφία και ΜΜΕ. Γράφει και σκηνοθετεί θεατρικά έργα και ντοκιμαντέρ, γράφει παραμύθια, σενάρια και άρθρα για ανθρώπους που εμπνέονται από τη ζωή και εμπνέουν.
Έχει παρουσιάσει πολιτιστικά προγράμματα σε διάφορους χώρους πολιτισμού και τα έργα της κάνουν συχνά το γύρο σε θέατρα της Ελλάδας και του κόσμου.
Ιδανικά, αυτή τη συνέντευξη θα ήθελα να την κάνουμε παρέα στον όμορφο κήπο τους σπιτιού της στο Μεξικό, αλλά η απόσταση δεν μας το επιτρέπει…
Ας αρχίσουμε με τα τρία πρώτα πράγματα που θέλετε να γνωρίζουν οι αναγνώστες μας και δεν γράφονται στο βιογραφικό σας.
Γ.Σ. Ααα, τι ωραία ερώτηση! Πρώτον, μου αρέσει τα ταξίδια. Ταξιδεύω παντού και πάντα, όπου και όπως μπορώ. Δεύτερον, Μου αρέσουν οι βόλτες, μόνη μου, με παρέα, δεν με νοιάζει, μπορεί να περπατάω όλη μέρα και στο τέλος, να κάθομαι για ποτό, καφέ ή φαγητό και να διαβάζω ή να συζητάω με τις ώρες. Τρίτον, έκανα μέχρι τα 27 μου άπειρες δουλειές παράλληλα με τις σπουδές μου της δημοσιογραφίας και με το που έκλεισα τα 34 τους δρόμους της τέχνης κατ’ αποκλειστικότητα.
Πως θα συστήνατε τον εαυτό σας σε ένα παιδί;
Γ.Σ. Γεια είμαι η Γλύκα, χωρίς το κυρία, και θέλω να μάθω για τον κόσμο όσα περισσότερα μπορώ.
Τι ήταν αυτό που σας ώθησε να ασχοληθείτε με τον κόσμο του παιδικού βιβλίου;
Γ.Σ. Η αγάπη μου για την παιδική φαντασία και η επιθυμία μου να ακουστούν οι φανταστικές ιστορίες της γιαγιάς μου της Ελένης. Έχω κάνει και μπόλικο παιδικό θέατρο. Η διάδραση με τα παιδιά είναι κινητήριος δύναμη. Μέχρι στιγμής κυκλοφορεί το «Πετειναράκι» μου από τις εκδόσεις Πατάκη, αλλά ευελπιστώ να κυκλοφορήσουν στο μέλλον κι άλλες ιστορίες με εικονογράφηση.
Ποιο βιβλίο επηρέασε τη ζωή σας περισσότερο; Υπάρχει κάποιος συγγραφέας που θεωρείται μέντορα σας;
Γ.Σ. Δεν ξέρω από πού να αρχίσω και που να τελειώσω. Ως παιδί διάβασα όλα τα βιβλία της Πηνελόπης Δέλτα, της Ζωρζ Σαρρή, της Άλκης Ζέη, της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, του Ιούλιου Βερν. Ως έφηβη, ξεκοκάλισα τον Νίκο Καζαντζάκη και στα 20 διάβασα πολύ Ντοστογιέφσκι, Ευριπίδη, Αισχύλο, Σοφοκλή, Αριστοφάνη, Πίντερ, Τσέχωφ, θέατρο του παραλόγου, θέατρο γενικά. Τη δεκαετία που διανύω, διαβάζω πιο ευχάριστα τα σύγχρονα Θεατρικά έργα, τη μοντέρνα λογοτεχνία Ελλήνων και ξένων συγγραφέων, ότι πέσει στο χέρι μου. Αγαπώ όμως και την κλασική λογοτεχνία, την ψάχνω.
Αυτόν τον καιρό, για παράδειγμα, διαβάζω τη Θεία Κωμωδία του Δάντη. Βαρύ βιβλίο, γουρλώνω συχνά το μάτι, είναι ένα αριστούργημα.
Πάντως, δεν είμαι τύπος που έχει μέντορες ή που θα αφήσω ένα βιβλίο να επηρεάσει τη ζωή μου.
Τι ελπίζετε να αισθανθεί ο αναγνώστης διαβάζοντας το «Πετειναράκι»;
Γ.Σ. Δεν ξέρω. Ότι προκύψει. Αν κάτι ελπίζω, είναι να γεμίσει τα παιδιά με εικόνες και συναισθήματα και να δώσει αφορμή για συζήτηση με τους γονείς.
Ποια θεωρείται ότι είναι τα κριτήρια για να επιλέξουμε για τα παιδιά μας βιβλία;
Γ.Σ. Ένα είναι το κριτήριο, ο σεβασμός στον άνθρωπο και τη ζωή γενικότερα. Από κει και πέρα, όλα τα υπόλοιπα είναι θέμα γούστου. Υπάρχει επίσης μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο παιδικό και στο παιδιάστικο βιβλίο. Βρείτε τη διαφορά και αγοράστε παιδικά βιβλία στα παιδιά σας. Αν πάλι δεν τους αρέσει το διάβασμα, δεν πειράζει. Κάθε παιδί έχει τη δική του κλίση.
Γιατί είναι απαραίτητο ένα παιδί να γαλουχηθεί με παραμύθια; Πόσο συμβάλλει η εξιστόρηση τους στην διαμόρφωση της προσωπικότητάς του;
Γ.Σ. Θα χρησιμοποιήσω ένα απόσπασμα από τον πρόλογο της Μαριάνθης Καπλάνογλου, αν. Καθηγήτρια Λογοτεχνίας, στο «Πετειναράκι» μου, που τα γράφει καλύτερα από μένα: «Ειδικά για τα παιδιά, δε θα κουραστώ να επαναλαμβάνω, σε συμφωνία με τους πολλούς επιστημονικούς κλάδους που ασχολούνται σήμερα με το παραμύθι, ότι το λαικό παραμύθι και οι λογοτεχνικές προσαρμογές του που γίνονται με σεβασμό και γνώση αποτελούν μια ύψιστη διασκεδαστική και παιδαγωγική εμπειρία. Όπως γράφει ο Μ.Γ. Μερακλής για τον πάντα ευαίσθητο και κρίσιμο κόσμο των παιδιών, το παραμύθι είναι ένας από τους τελευταίους θύλακες φαντασίας, ομορφιάς και λογικής ελευθερίας.»
Έχει το παραμύθι μέλλον στην εποχή της τηλεόρασης και των ηλεκτρονικών παιχνιδιών;
Γ.Σ. Φυσικά και έχει. Γιατί να μην έχει; Εξαρτάται, από τους γονείς, το παιδί, το κοινωνικό περιβάλλον και τη σχολική εκπαίδευση.
Μια ιστορία έχει σκοπό να διδάξει, να πείσει ή να ερεθίσει τη σκέψη του αναγνώστη;
Γ.Σ. Για μένα, σκοπό έχει να γεννήσει συναισθήματα, σκέψεις και ίσως να εμπνεύσει. Τίποτ’ άλλο.
Θέατρο και εκπαίδευση. Πως ισορροπούν στην καθημερινότητά σας και πόσο επηρεάζουν τη συγγραφική πορεία σας;
Γ.Σ. Δεν είμαι εκπαιδευτικός. Είμαι σκέτο καλλιτέχνης. Έχω έργα για παιδιά, αλλά και πολλά έργα αποκλειστικά και μόνο για ενήλικες. Αγαπώ ωστόσο την παιδική φαντασία, την μελετώ και αντιμετωπίσω το παιδί όπως θέλω να αντιμετωπίζουν εμένα: με ευγένια, σεβασμό και χιούμορ.
To χρώμα ενός θεατρικού σας που θα κατέγραφε τη σημερινή πραγματικότητα. Θα ήταν ασπρόμαυρο;
Γ.Σ. Σε καμιά περίπτωση. Ο κόσμος μας είναι πολύχρωμος. Όλα τα έχει.
Πως αντιμετωπίζουν οι δημιουργοί περιόδους κρίσης; Σας επηρεάζουν;
Γ.Σ. Ένας δημιουργός είναι πάντα σε κρίση. Ακόμη και στις περιόδους παχιών αγελάδων, δε θυμάμαι ποτέ τον εαυτό μου να λέει: «Α, τέλεια, καμιά δυσκολία, προχωράμε μπροστά, τι ευλογία.» Η δημιουργία είναι μια μακρά, επίπονη και ψυχοφθόρα διαδικασία. Δυστυχώς, λίγος κόσμος το μπορεί να το κατανοήσει, γι αυτό και στην Ελλάδα ο εργαζόμενος της τέχνης, απαξιώνεται. Το μυαλό είναι συνέχεια σε σκέψη, σε οργασμό, δεν σταματάει ποτέ να εργάζεται. Δεν κοιμάσαι, δεν τρως, δεν βγαίνεις, δεν μιλάς όταν είσαι σε οίστρο. Φυσικά και με επηρεάζει κάθε είδους κοινωνική, οικονομική, υγειονομική κρίση, όπως επηρεάζει και το σύνολο, εννοείται πως με καθοδηγεί, με εμπνέει, με προβληματίζει.
Ένας δημιουργός, είναι μέρος της κοινωνίας, αυτή αφουγκράζεται, από αυτήν εμπνέεται για να δημιουργήσει, αλλιώς δεν έχει νόημα το έργο του.
Η πανδημία που βιώσαμε, πριν λίγα χρόνια, με ποιον τρόπο επηρέασε τη δημιουργικότητά σας;
Γ. Σ. Όπως είχε πει ένας καλός φίλος: «Πάσχω από μια προϊούσα ακήδα». Προσπάθησα να παραμείνω δημιουργική, να ολοκληρώσω έργα που είχα ως τότε στο συρτάρι, αλλά οι πηγές έμπνευσης μου (τα ταξίδια και η κοινωνική συναναστροφή) ήταν εκείνη την περίοδο ανύπαρκτες. Περνούσα τις μέρες μου απλώς αράζοντας στον καναπέ μου και βλέποντας ταινίες, τρώγοντας παγωτά ή πίνοντας αυτοσχέδια κοκτέιλ.
Ποια πιστεύατε ότι θα ήταν η επόμενη μέρα;
Γ.Σ. Δεν γνώριζα. Αδυνατούσα να κάνω προβλέψεις. Ήταν πρωτόγνωρες οι καταστάσεις που ζήσαμε. Θύμιζαν σενάρια επιστημονικής φαντασίας. Ήμουν όμως θετική και ευέλικτη.
Πως μπορεί να λειτουργήσει η τέχνη με κανόνες κοινωνικής απόστασης;
Γ.Σ. Δεν μπορεί να λειτουργήσει, κατά την ταπεινή μου άποψη. Πως μπορείς να κάνεις θέατρο, να πας σινεμά, να παρακολουθήσεις μια έκθεση ζωγραφικής, να τραβήξεις φωτογραφίες, να επισκεφθείς ένα μουσείο με κανόνες κοινωνικής απόστασης; Το διαδίκτυο και τα ηλεκτρονικά μέσα είναι το placebo της εποχής. Χωρίς τη βιωματική εμπειρία με το έργο, με τον καλλιτέχνη, με το κοινό, η τέχνη αποτελεί φενάκη και γίνεται εσωστρεφής.
Ποιο γνωστό έργο σύγχρονης τέχνης θα επιλέγατε για να περιγράψετε την τότε κατάσταση;
Γ.Σ. «Οι Ερωτευμένοι» του Ρενέ Μαγκρίτ.
Μετράτε τον χρόνο με απώλειες και με κατακτήσεις;
Γ. Σ. Να πω τη μαύρη μου αλήθεια, δεν μετράω τον χρόνο. Και γενικά, θεωρώ πως ούτε η ζωή έχει μονάδες μέτρησης. Τι σημαίνει «απώλεια»; Τι σημαίνει «κατάκτηση»; Και πως αυτά μπορεί κανείς να τα μετρήσει; Αν τα βάλω συνώνυμα με την αποτυχία και την επιτυχία, νομίζω ότι ένα ρητό του πατέρα μου ταιριάζει απόλυτα με την περίσταση.
Λέει λοιπόν πάντα, «Γλύκα, πρέπει να γλεντάμε και την επιτυχία και την αποτυχία. Την επιτυχία, γιατί μας κάνει ευτυχισμένους για μια στιγμή. Την αποτυχία, γιατί μας κάνει δυνατούς για μια ζωή. Άντε, πιες μια μπύρα και άσε τα κλάματα. Στην υγειά της αποτυχίας!»
Τι θαυμάζετε σε έναν άνθρωπο και τι σας απογοητεύει;
Γ.Σ. Εξαρτάται από τον άνθρωπο. Εκτιμώ την ευγένεια και το αποκαθηλωτικό χιούμορ, τον αυτοσαρκασμό και το γέλιο, θαυμάζω τους ανθρώπους που δεν παίρνουν ούτε τη ζωή, αλλά ούτε και τον εαυτό τους στα σοβαρά, που αγαπούν δυνατά και ζουν τη ζωή τους με τα δικά τους κριτήρια. Τι με απογοητεύει; Η αδιαφορία. Η ασυνέπεια. Με θυμώνει η κουλτούρα του μάτσο άντρα και της πατριαρχίας που θέλει τη γυναίκα στο περιθώριο. Ο φασισμός από όπου κι αν προέρχεται, ο ρατσισμός, ο σεξισμός, η πολιτική ορθότητα, η νοητική ακαμψία.
Πως είναι η ζωή σας στο Μεξικό;
Γ.Σ. Φαντασμαγορική θα σας παραπέμψω στα blog μου για όλες τις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες, καθότι είναι πολλές και δεν μας παίρνει εδώ.
Αν σας ζητούσα να μας πείτε τι είναι Ελλάδα για σας με τρεις λέξεις, ποιες θα ήταν αυτές;
Γ.Σ. Αααα, κι αυτή πολύ ωραία ερώτηση! «Τραγούδι, πληγή και αγάπη».
Μιλήστε μας για τα μελλοντικά σας σχέδια, τι καινούργιο ετοιμάζεται;
Γ.Σ. Ετοιμάζω μια συλλογή με ντόπια παραδοσιακά παραμύθια του τόπου μου (Γουμένισσα, Γρίβα, επαρχία Παιανίας, βουνό Πάϊκο, Κεντρική Μακεδονία), διασκευασμένα από τη φαντασία μου. Θα σας παρακαλούσα, να τα ακούσετε στο SoundCloud που τα έχω ανεβάσει προσωρινά (εκτός από τα ελληνικά, και στα αγγλικά, γερμανικά, ισπανικά), και να μου πείτε τη γνώμη σας. Η διαδραστικότητα θα με βοηθήσει πολύ να τα βελτιώσω. Βρείτε με στο instagram ή στο facebook και το Youtube.
Γράφω ένα σενάριο για την πρώτη μου ταινία μυθοπλασίας με θέμα τα σχολικά μας 90’ς στην ελληνική επαρχία της Κεντρικής Μακεδονίας, βασισμένο σε αληθινές ξεκαρδιστικές και σπαραξικάρδιες ιστορίες από τα μικράτα μας.
Μοντάρουμε επίσης, ένα ντοκιμαντέρ με θέμα το ταξίδι που έκανε η παράσταση μου «Δον Κιχώτες» στην Αλάσκα των ΗΠΑ (εδώ το τρέιλερ).
Τι άλλο; Αυτά μπορώ να μοιραστώ μαζί σας. Και εις άλλα με υγεία!
Σας ευχαριστούμε!